Τα 40 χρόνια ενός πράσινου «χλομού» κινήματος

Οι απόπειρες έγιναν και εξακολουθούν να γίνονται. Ωστόσο, τα εγχειρήματα για τη συγκρότηση του πράσινου χώρου στην Ελλάδα βρέθηκαν αντιμέτωπα με παθογένειες που προήλθαν από το εσωτερικό τους.

Η ανομοιογένεια των συμμετεχόντων σε αυτά, η αδυναμία οριοθέτησης του χώρου, οι συνεχείς διασπάσεις και αποχωρήσεις, αλλά και οι προσωπικές φιλοδοξίες κάποιων αποδείχθηκαν εξαρχής τα χοντρά αγκάθια για τις απόπειρες που θα οδηγούσαν σε κοινοβουλευτική εκπροσώπηση.
Σε πλήρη αντίθεση με όσα συμβαίνουν σχεδόν σε ολόκληρη την Ευρώπη και παρά τη μακρά παρουσία σε τοπικές περιβαλλοντικές κινήσεις και πρωτοβουλίες, αλλά και στην αυτοδιοίκηση, οι πράσινοι στην Ελλάδα δεν πέτυχαν τη συγκρότηση ενός πολιτικού φορέα που να εκφράζει την αυτόνομη οικολογία με διαρκή παρουσία στην Ευρωβουλή και στο ελληνικό Κοινοβούλιο.

Η «Εφ. Συν.» κάνει μια αναδρομή στα πράσινα κινήματα και στους πρωταγωνιστές αυτών των εγχειρημάτων, ενώ, προκειμένου να βγουν κάποια συμπεράσματα για την αποτυχία τους σε επίπεδο εκλογικής εκπροσώπησης, μίλησε με τρία ιστορικά στελέχη του οικολογικού κινήματος του τόπου μας: τον Μιχάλη Τρεμόπουλο, τον Νίκο Χρυσόγελο και τον Σπύρο Ψύχα

Με ένα σημαντικό ακτιβιστικό παρελθόν, συνδεδεμένο άρρηκτα με τα κοινωνικά κινήματα, το οικολογικό κίνημα στην Ευρώπη έχει καταφέρει να εκπροσωπηθεί τόσο στην Ευρωβουλή όσο και στα εθνικά κοινοβούλια. Μάλιστα, στις τελευταίες ευρωεκλογές τα πράσινα κόμματα φαίνεται να ευνοήθηκαν από το κορυφαίο ζήτημα της κλιματικής κρίσης, γεγονός που καθιστά την «Ομάδα των Πρασίνων/Ευρωπαϊκή Ελεύθερη Συμμαχία» νέο ρυθμιστή της πολιτικής ατζέντας στην Ευρώπη. Κι όλοι μίλησαν για ένα «πράσινο κύμα» στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Διαμετρικά αντίθετα σε σχέση με τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, η κοινοβουλευτική παρουσία του οικολογικού κινήματος στην Ελλάδα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί τραγική.

Αν και με εντυπωσιακά μακρά παρουσία, περίπου 40 χρόνων, με συμμετοχή σε τοπικές περιβαλλοντικές κινήσεις και πρωτοβουλίες, αλλά και στην αυτοδιοίκηση, με μικρές και μεγάλες νίκες, οι πράσινοι στη χώρα μας δεν πέτυχαν τη συγκρότηση ενός πολιτικού φορέα που να εκφράζει την αυτόνομη οικολογία με διαρκή παρουσία στην Ευρωβουλή και το ελληνικό Κοινοβούλιο.

Στις δε τελευταίες ευρωεκλογές, τα δύο πράσινα κόμματα που κατέβηκαν, οι «Οικολόγοι Πράσινοι» και η «Οικολογία Πράσινοι – Αλληλεγγύη», συγκέντρωσαν αθροιστικά και με το ζόρι το ποσοστό του 1,5%.

Οι απόπειρες έγιναν και εξακολουθούν να γίνονται. Ωστόσο, τα εγχειρήματα για τη συγκρότηση του πράσινου χώρου στην Ελλάδα βρέθηκαν αντιμέτωπα με παθογένειες που προήλθαν από το εσωτερικό τους.

Η ανομοιογένεια των συμμετεχόντων σε αυτά, η αδυναμία οριοθέτησης του χώρου, οι συνεχείς διασπάσεις και αποχωρήσεις, αλλά και οι προσωπικές φιλοδοξίες κάποιων αποδείχθηκαν εξαρχής τα χοντρά αγκάθια για τις απόπειρες που θα οδηγούσαν σε κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Εντούτοις, θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθεί κανείς στη χρονική συγκυρία και τη φύση των προκλήσεων που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν αυτά τα εγχειρήματα.

Προκειμένου να ανιχνεύσουμε τα πώς και τα γιατί της αποτυχίας της εκλογικής εκπροσώπησης των πράσινων στη χώρα μας, από το παρελθόν μέχρι τη σημερινή συγκυρία της συνεργασίας των οικολόγων με τον ΣΥΡΙΖΑ, η «Εφ.Συν.» συνομίλησε με τρία ιστορικά στελέχη του οικολογικού κινήματος του τόπου μας: τον Μιχάλη Τρεμόπουλο, τον Νίκο Χρυσόγελο και τον Σπύρο Ψύχα.

Τα πρώτα βήματα

Η κινητοποίηση των πολιτών ενάντια στην κατασκευή διυλιστηρίου στην Πάχη Μεγάρων, το 1973, δίπλα σχεδόν από το πολιτικό αεροδρόμιο, σε μια περιοχή κατάφυτη από ελαιώνες, θεωρείται ως η πρώτη περιβαλλοντική κινητοποίηση στη χώρα μας. Οι κάτοικοι, που είναι οι ιδιοκτήτες της γης, ξεσηκώνονται και καταφέρνουν να ματαιώσουν την κατασκευή του διυλιστηρίου, ένα δώρο της χούντας του Παπαδόπουλου στον μεγαλοεπιχειρηματία Στρατή Ανδρεάδη.

Ακολούθησαν οι κινητοποιήσεις των κατοίκων της Πύλου (1975), λόγω της εκτεταμένης διαρροής πετρελαίου από διερχόμενο πλοίο, και της Καρύστου (1977-79) ενάντια στην εγκατάσταση πυρηνικού εργοστασίου. Εκείνη την περίοδο, η μόνη οργάνωση που είχε οικολογικές ανησυχίες ήταν η Ενωση για την Ποιότητα Ζωής (Ε.ΠΟΙ.ΖΩ.) και ήταν αυτή που οργάνωσε την καμπάνια αποτροπής της εγκατάστασης του πυρηνικού εργοστασίου και που εξέφραζε το αντιπυρηνικό κίνημα στην Ελλάδα, το οποίο, τότε, ανέβαινε σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Τη δεκαετία του ’80, το ελληνικό περιβαλλοντικό κίνημα πολιτικοποιείται, χωρίς ωστόσο να συγκροτείται επιτυχώς ο χώρος της πολιτικής οικολογίας.

«Είχαμε αρχίσει να κάνουμε προσπάθειες να συγκροτήσουμε οργανώσεις. Η “Οικολογική Πρωτοβουλία”, που η αφορμή δημιουργίας της ήταν ο αγώνας ενάντια στο νέφος στην Αθήνα, η “Οικολογική Κίνηση Θεσσαλονίκης” και η “Οικολογική Εφημερίδα” δικτυώθηκαν μεταξύ τους και ξεκίνησαν να οργανώνουν σε όλη την Ελλάδα οικολογικές κινήσεις και πρωτοβουλίες. Ετσι, μετά το 1982, ξεκινάει η πιο δημιουργική φάση της ανάπτυξης του οικολογικού κινήματος στη χώρα μας. Καθώς συνέχιζε αυτή η δραστηριότητα, το πυρηνικό ατύχημα στο Τσερνομπίλ, το 1986, ήταν καταλυτικό στο να αναπτυχθεί πανελλαδικά αυτό που μέχρι τότε προσπαθούσαμε να στήσουμε», λέει ο Μ. Τρεμόπουλος.

Τότε, η Οικολογική Κίνηση Θεσσαλονίκης, που είχε αναδειχθεί σε έναν σημαντικό πόλο και είχε πρωταγωνιστήσει στις κινητοποιήσεις και στις αποκαλύψεις που ακολούθησαν μετά το ξέσπασμα της πυρκαγιάς στις δεξαμενές της Jet Oil στο Καλοχώρι (24/2/1986), προχώρησε στη δημιουργία μιας αντιπυρηνικής κίνησης στη βόρεια Ελλάδα, με πανελλαδική δραστηριότητα.

Αυτό προκάλεσε μια συσπείρωση που οδήγησε την Οικολογική Κίνηση Θεσσαλονίκης να αναλάβει την πρωτοβουλία για τη δημιουργία της «Ομοσπονδίας Οικολογικών Εναλλακτικών Οργανώσεων», η οποία έβαλε στόχο και αποφάσισε να κατέβει στις ευρωεκλογές του 1989.

«Η πρωτοβουλία αυτή είχε ξεκινήσει το 1987, όλο το 1988 γίνονταν διεργασίες, όμως δεν είχε εξασφαλίσει εξαρχής ένα οργανωτικό πλαίσιο -και αυτό ήταν η αχίλλειος πτέρνα ενός κινήματος που οργανωνόταν από τα κάτω, χωρίς εμπειρία και χωρίς ενιαία λογική-, λόγος για τον οποίο στηριζόταν στην αρχή της ομοφωνίας. Σε αυτήν είχαν μπει και ομάδες όπως η ΡΗΞΗ του Καραμπελιά και το δίδυμο αδελφάκι της στη Θεσσαλονίκη, η ΠΡΑΞΗ, που εμπόδισαν μέσα από τον κανόνα της ομοφωνίας που είχαμε την κάθοδο αυτής της πρωτοβουλίας στις εκλογές ως Ομοσπονδία. Γι’ αυτό, κατεβήκαμε στις εκλογές ως κόμμα, ως Οικολόγοι-Εναλλακτικοί, πετυχαίνοντας ποσοστό 1,11%, όταν η ΔΗΑΝΑ του Στεφανόπουλου έλαβε 1,14%», αναφέρει ο Μ. Τρεμόπουλος.

«Αυτό ήταν μια επιτυχία και κόσμος που εμπόδιζε την κάθοδο στις εκλογές, όπως οι Καραμπελιάδες, μας προσέγγισε και στην επόμενη συνάντηση που έγινε αμέσως μετά τις εκλογές μαζεύτηκαν όλοι εκεί και προσπάθησαν να πάρουν τον έλεγχο αυτού του πράγματος. Εμείς δεν ήμαστε έτοιμοι και μέσα από μια κουραστική διαδικασία κάτι κερδίσαμε, αλλά είχαν πλέον μαζευτεί περίπου 100 ομάδες οι οποίες δεν είχαν κοινά χαρακτηριστικά. Το μέτωπο ήταν ανάμεσα σε αυτούς που έρχονταν με κύριο αντικείμενο την οικολογία, την προστασία του περιβάλλοντος, την ποιότητα ζωής και από την άλλη άτομα που έρχονταν από την άκρα Αριστερά και οι οποίοι είχαν και τη δυνατότητα οργανωτικά να ελέγξουν το όλο πράγμα, αλλά και να το οδηγήσουν σε αδιέξοδο».

Η πρώτη βουλευτίνα

Παρ’ όλα αυτά, οι «Οικολόγοι Εναλλακτικοί» κατεβαίνουν στις εθνικές εκλογές που έγιναν λίγους μήνες μετά, τον Οκτώβριο του 1989, και, επειδή δεν υπήρχε το πλαφόν του 3%, εκλέγουν μια βουλευτίνα. Παράλληλα δέχονται πρόταση να συμμετάσχουν σε μια αδύναμη κυβέρνηση συνασπισμού με το ΠΑΣΟΚ (129 βουλευτές) και τον τότε ΣΥΝ (21 βουλευτές).

Στο 2ο Πανελλήνιο Συνέδριο της Ομοσπονδίας Οικολογικών Εναλλακτικών Οργανώσεων (11-12/11/1989), που συγκλήθηκε για να εξεταστεί η πρόταση της συγκυβέρνησης, αποφασίστηκε με συντριπτική πλειοψηφία να μην υποστηριχτεί κανένα κυβερνητικό σχήμα.

Πάντως, η παρουσία της Μαρίνας Δίζη, της πρώτης οικολόγου που μπήκε στη Βουλή, προκάλεσε αναστάτωση στο «πάνθεον» της δημοκρατίας. Ηταν Μάρτιος του 1990 και, πριν από την τρίτη ψηφοφορία της Βουλής για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, η βουλευτίνα των οικολόγων σηκώθηκε από το έδρανο και –σε μια πρωτοφανή κίνηση για την εποχή- άνοιξε πανό για να ευαισθητοποιήσει για το θέμα του νέφους στην Αττική. Αυτή η… ανήκουστη ενέργεια οδήγησε σε παραίτηση τη βουλευτίνα της Ν.Δ., Αννα Συνοδινού.

Η αντίστροφη μέτρηση

Στις εκλογές του Απρίλη του 1990, οι Οικολόγοι Εναλλακτικοί θα συγκεντρώσουν ποσοστό 0,77% και θα εκλέξουν πάλι μια βουλευτίνα, την Τασία Ανδρεαδάκη, την οποία διαδέχτηκε η Κατερίνα Ιατροπούλου. Η απόφαση της τελευταίας, να αγοράσει αφορολόγητο αυτοκίνητο χρησιμοποιώντας το βουλευτικό της προνόμιο (Ιούνιος 1992) και να ορίσει τον σύζυγό της ως βοηθό της στο Κοινοβούλιο, αποτέλεσε τη χαριστική βολή για το εγχείρημα.

Η Οικολογική Κίνηση Θεσσαλονίκης εγκατέλειψε την Ομοσπονδία, κατηγορώντας τις ΡΗΞΗ/ΠΡΑΞΗ ως τους μόνους υπεύθυνους τόσο για την αποτυχία της όσο και για τις πράξεις της Ιατροπούλου. Ακολούθησαν η Εναλλακτική Κίνηση Οικολόγων και πολλές άλλες οργανώσεις.

«Καταλυτική για την αποχώρησή μας ήταν η στάση απέναντι στο Μακεδονικό και τα συλλαλητήρια, γιατί τότε ο Καραμπελιάς συμμετείχε στα συλλαλητήρια στη Θεσσαλονίκη. Ως Οικολόγοι Εναλλακτικοί είχαμε αποφασίσει ότι δεν συμμετέχουμε, αλλά στην Αθήνα η κεντρική γραμματεία, που την έλεγχε ο Καραμπελιάς, αποφάσισε τη συμμετοχή. Η αποχώρησή μας οδήγησε και αυτούς να κλείσουν το μαγαζί», περιγράφει ο Μ. Τρεμόπουλος.

«Αυτό το σχήμα κατέρρευσε όχι γιατί απέτυχε στα οικολογικά θέματα, αλλά γιατί η συναίνεση που υπήρχε πάνω στα οικολογικά κατέρρευσε, διότι κυριάρχησαν τα θέματα των πολέμων και των εθνικισμών στα Βαλκάνια. Οπότε, εκεί, διαιρέθηκε μεταξύ του “πράσινου-πράσινου” κινήματος και ενός άλλου κομματιού που είχε εθνικιστικές επιρροές και χρησιμοποιούσε την οικολογία κυρίως ως όχημα για να έχει μεγαλύτερη επιρροή», επισημαίνει ο Ν. Χρυσόγελος.

Ακολούθησε μια νεκρή περίοδος περίπου δέκα χρόνων, αν και υπήρξαν κάποιες πρωτοβουλίες που, όμως, έφεραν ισχνά αποτελέσματα, παρόλο που στελέχη του οικολογικού κινήματος συμμετείχαν με επιτυχία στις αυτοδιοικητικές διαδικασίες.

«Αν και εστιάζαμε στην αυτοδιοίκηση, το 2002 είδαμε ότι χάθηκε η αίσθηση του ανήκειν, δηλαδή ότι ο χώρος μας πλαγιοκοπήθηκε έντονα και από τον Συνασπισμό και από το ΠΑΣΟΚ, το οποίο έκανε υπουργό Περιβάλλοντος τον Ηλία Ευθυμιόπουλο (σ.σ.: γνωστό οικολόγο) και ένα κομμάτι του χώρου ενσωματώθηκε στη λογική του ΠΑΣΟΚ. Θεωρήσαμε ότι δεν παίρνει να ασχολούμαστε μόνο με την αυτοδιοίκηση, αλλά ότι πρέπει να κάνουμε ξανά μεγάλο πολιτικό πράσινο φορέα. Ξεκινήσαμε τη διαδικασία του “Οικολογικού Φόρουμ” ακριβώς με τις εκλογές του 2000 και αυτή η διαδικασία του διαλόγου κατέληξε τον Δεκέμβριο του 2002 στη δημιουργία των Οικολόγων Πράσινων. Αυτό το σχήμα συμμετείχε στις ευρωεκλογές του 2004, πήρε 0,67% και απλώς δημιούργησε μια μαγιά», αναφέρει ο Μ. Τρεμόπουλος.

Στις βουλευτικές εκλογές του 2007, με ψηφοδέλτια σε 54 από τις 56 εκλογικές περιφέρειες, έλαβε 75.502 ψήφους με ποσοστό 1,05%. Ηταν το πρώτο σε ψήφους από τα εξωκοινοβουλευτικά κόμματα. Ετσι, άρχισαν να εγγράφονται νέα μέλη, έγιναν κάποιες πρωτοβουλίες και αυτό οδήγησε στο 3,5% των ευρωεκλογών του 2009 και στην εκλογή ως ευρωβουλευτή του Μιχάλη Τρεμόπουλου και στη συνέχεια του Νίκου Χρυσόγελου, στο πλαίσιο του συστήματος εναλλαγής των βουλευτών που ακολουθούσε το κόμμα.

Είχαν προηγηθεί δημοσκοπήσεις που έδιναν στους Οικολόγους Πράσινους ποσοστό 6% και 7%, γεγονός που, απ’ ό,τι φαίνεται, ήταν η αιτία να κατηγορηθεί ο Μ. Τρεμόπουλος ως φιλοσκοπιανός από μια εκστρατεία που κατηύθυναν η Ν.Δ. και το ΛΑΟΣ.

Υποπτος εθνικών επιδιώξεων

«Γνωρίζω από πρώτο χέρι, μου το εξήγησε στέλεχος της Ν.Δ. όταν ήμουν ευρωβουλευτής, ότι είχαν κάνει ανάλυση, είχαν δει ότι από το 7% που έδειχναν οι δημοσκοπήσεις το μισό ήταν ψηφοφόροι της Ν.Δ., δυσαρεστημένοι από την τότε κυβέρνησή της. Γι’ αυτό διάλεξαν να με χτυπήσουν στα εθνικά, δηλαδή να φανώ ως ύποπτων εθνικών επιδιώξεων. Είχαν βάλει ολόκληρο cd και το πρόσφεραν δωρεάν με την Espresso και το βράδυ το έπαιζαν αυτό -να μιλάω εγώ σε παρουσίαση του μακεδονικού αναγνωστικού Αμπεσεντάρ- το Mega, ο Antenna και το Alter, δηλαδή μιλάμε για μια φοβερή καμπάνια εναντίον μου, όπου τελικά πέτυχαν να μειώσουν στο μισό το ποσοστό μας», εξηγεί ο ίδιος.

Υπό αυτές τις συνθήκες, οι Οικολόγοι Πράσινοι κατεβαίνουν στις εθνικές εκλογές τον Οκτώβριο του 2009 και λαμβάνουν ποσοστό 2,53%, μη μπορώντας να περάσουν το πλαφόν του 3%.

«Όπως έδειχναν οι δημοσκοπήσεις, ακολουθούσαμε μια παράλληλη πορεία με αυτό που συνέβαινε με τους πράσινους στη Γαλλία, όχι κατ’ ανάγκην λόγω πράσινων αντιλήψεων, αλλά λόγω κρίσης του πολιτικού συστήματος. Άνθρωποι του παρακράτους, αλλά και ενός κομματιού της Ν.Δ. και κάποιων μέσων ενημέρωσης οργάνωσαν μια σκευωρία για να ταυτίσουν τους Οικολόγους Πράσινους με δήθεν αντιλήψεις υποστήριξης των Σκοπιανών, με αποτέλεσμα να πληγεί αυτή η δυναμική. Την επόμενη μέρα, είχε δημιουργηθεί ένας αρνητισμός, οπότε έπρεπε να ξεκινήσουμε πάλι από το μηδέν για να πείσουμε ότι δεν είμαστε ελέφαντες», λέει ο Ν. Χρυσόγελος.

Στις εθνικές εκλογές του Μαΐου 2012, οι Οικολόγοι Πράσινοι λαμβάνουν ποσοστό 2,93% (185.366 ψήφοι), χάνοντας την είσοδο στη Βουλή για λίγες ψήφους (για περίπου 4.357), ενώ στις εκλογές του Ιουνίου 2012 η πόλωση που υπήρχε τους έριξε στο 0,88%, γεγονός που καταγράφηκε σαν μια σημαντική εκλογική ήττα.

Διασπάσεις

«Η τελευταία εικοσαετία στον οικολογικό χώρο ήταν ένα σύνολο από αντιπαραθέσεις, από γκρίνιες, από αυτό που λέμε κακώς εννοούμενη εσωκομματική πάλη. Είναι διαπάλη διαφόρων παραγόντων να κυριαρχήσουν με την άποψή τους. Αυτό τον οδήγησε, εκτός από μια στείρα αντιπαράθεση για χρόνια, σε συνεχείς διασπάσεις ή δήθεν διασπάσεις. Κάποιος που ερχόταν στον οικολογικό χώρο για να κάνει το κομμάτι του, μετά έπαιρνε τους δικούς του και έφευγε και το διαφήμιζε ως διάσπαση. Ένας αναγνώστης θα πρέπει να έχει δει καμιά δεκαριά φορές ότι έχουν διασπαστεί οι Οικολόγοι Πράσινοι, άσχετα αν αυτό ήταν πραγματικό ή εικονικό. Οι διάφοροι μικροί και μεγάλοι, σημαντικοί και ασήμαντοι παράγοντες ήταν αυτοί που έδιωξαν τα περισσότερα μέλη των Οικολόγων Πράσινων που πήγαν σπίτι τους», σχολιάζει ο Σπ. Ψύχας.

«Η απόλυτη αποτυχία του οικολογικού χώρου να εκφραστεί ενιαία και πολιτικά μου θυμίζει την αδυναμία συγκρότησης του χώρου της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς μετά τη διάλυση μεγάλων εξωκοινοβουλευτικών οργανώσεων. Δηλαδή οι άνθρωποι που εμφανίστηκαν ως πολιτικοί εκφραστές ή πολιτικοί παράγοντες του κομμουνιστικού χώρου ήταν και αυτοί που υπήρξαν οι καταστροφείς αυτών των κινημάτων», λέει ο ίδιος.

Σε ό,τι αφορά τις προχθεσινές εθνικές εκλογές, δεν επιτεύχθηκε η κάθοδος ενός κόμματος σε αυτές που να εκφράζει την αυτόνομη πολιτική οικολογία στη χώρα μας. Ωστόσο, οι διεργασίες συνεχίζονται με στόχο την πραγματοποίηση ενός ενοποιητικού συνεδρίου μέσα στο φθινόπωρο.

Τι (δεν) καταφέραμε

▶ Μιχάλης Τρεμόπουλος

«Μέσα στις ατυχίες αυτού του χώρου, πέρα από την ανοργανωσιά του και τη στελεχοπενία, είναι και ότι δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει τους σχεδιασμούς και τις σκοπιμότητες των κεντρικών πολιτικών δυνάμεων και δεν μπόρεσε να αφομοιώνει τις ήττες και να προχωράει μετά από αυτές με μια ανανέωση και με μια συγκρότηση».

▶ Νίκος Χρυσόγελος

«Η φοβικότητα απέναντι στους μετανάστες, στη διαφορετικότητα, έχει ακόμα γερές ρίζες στην ελληνική κοινωνία και υπάρχει και μια βαθιά δέσμευση στον εθνικισμό, παρότι έχουμε υποστεί σημαντικές ήττες ως κοινωνία εξαιτίας του εθνικισμού, από τη Μικρασιατική Καταστροφή μέχρι την εισβολή στην Κύπρο. Το ίδιο και ο προσανατολισμός μας στα Βαλκάνια με τους εθνικιστές. Αυτά δημιουργούν ένα δύσκολο πεδίο, όπου δεν είναι γόνιμη η κατάσταση για τις πράσινες ιδέες, που είναι υπέρ της ειρήνης, της συνύπαρξης μεταξύ ανθρώπου και φύσης, της συνύπαρξης με τους γείτονες».

▶ Σπύρος Ψύχας

«Κάπου, οι Οικολόγοι Πράσινοι ξέχασαν λίγο τη βασική τους αφετηρία, η οποία είναι η κοινωνική οικολογία, η κοινωνική παρέμβαση, τα κοινωνικά κινήματα, είναι αυτό που έχει οδηγήσει ένα 20%-30% των Ελλήνων να έχουν οικολογική συνείδηση. Και οι οποίοι βλέπουν πολύ θετικά τους οικολόγους. Γι’ αυτό ακυρώνονται, όταν ακούν ότι ο οικολόγος υπουργός έχει μια αμφισβητούμενη άποψη για το κυνήγι ή για τα ζώα συντροφιάς. Εκεί είναι που δημιουργούνται ρήξεις που τραυματίζουν την οικολογία».

Η «δηλητηριώδης» σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ

«Επειδή η Αριστερά έγινε κυβερνώσα δύναμη, αφομοίωσε ένα κομμάτι του οικολογικού χώρου και άλλο το οδήγησε στην απογοήτευση, κυρίως μέσα από ένα πελατειακό σύστημα. Οχι ότι ενσωμάτωσε πράσινες πολιτικές, αλλά προσφέροντας θέσεις, διορισμούς, οικονομικά ανταλλάγματα κτλ» (Ν.Χρυσόγελος)

Τον Ιανουάριο του 2015, οι Οικολόγοι Πράσινοι προχωρούν σε συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ, με τη συμμετοχή μελών τους στα ψηφοδέλτια του τελευταίου, και εκλέγουν τον Γιώργο Δημαρά. Στην κυβέρνηση που συγκροτήθηκε συμμετείχαν με τον Γιάννη Τσιρώνη στη θέση του αναπληρωτή υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας.

Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 συνεργάζονται ξανά με τον ΣΥΡΙΖΑ και εκλέγουν δύο βουλευτές, τον Γιώργο Δημαρά και τον Γιάννη Τσιρώνη. Ο Γ. Τσιρώνης ανέλαβε διαδοχικά αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας και αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

Στον ανασχηματισμό της κυβέρνησης, αντικαταστάθηκε από τον Γ. Δημαρά, ο οποίος ανέλαβε υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας.

Ωστόσο, στον οικολογικό χώρο αποτελεί κοινή πεποίθηση ότι οι Οικολόγοι Πράσινοι αποτελούν σήμερα ένα κόμμα- «σφραγίδα» που έχει εκφυλιστεί.

«Ο ΣΥΡΙΖΑ, αντί να επιλέξει μια στρατηγική συνεργασία με τις πράσινες ιδέες, μετέτρεψε αυτό το κόμμα σε ένα σχήμα – σφραγίδα. Αν δει κανείς ποιοι είναι υποψήφιοι αυτού του χώρου, δεν έχουν καμία σχέση με πραγματικά πράσινα κινήματα ή με ανθρώπους που έχουν δώσει αγώνες για οικολογικά θέματα, εκτός από τον Γιάννη Τσιρώνη που, όντως, είναι ένας άνθρωπος που προέρχεται από τον οικολογικό χώρο. Ολοι οι άλλοι είναι άγνωστοι. Και δεν είναι τυχαίο ότι ένα κόμμα εξαρτάται ακόμα και για τη μετακίνηση των στελεχών του για τη συμμετοχή του σε ένα συνέδριο από ένα άλλο κόμμα που τους πληρώνει τα εισιτήρια, διαμονή σε ξενοδοχεία κ.λπ, λέει ο Ν. Χρυσόγελος.

«Ενώ το 2013, όταν ήμουν συντονιστής, είχαμε 1.700 μέλη, αυτή τη στιγμή είναι 200, εκ των οποίων οι μισοί μπήκαν μετά τη συμμετοχή των Οικολόγων Πράσινων στην εξουσία. Δεν καταπιάστηκαν με πολιτικά ζητήματα, αλλά με τη μικροδιαχείριση στο εσωτερικό του κόμματος και της κυβέρνησης, σταμάτησε η λογοδοσία του υπουργού προς τα μέλη και τα όργανα του κόμματος. Κάποιοι άλλοι, που είχαν δημιουργήσει προσδοκίες τις οποίες μοίραζε ο Τσιρώνης, προκειμένου να ελέγξει το κόμμα, διαψεύστηκαν και αποχώρησαν. Κάποιοι είχαν αποχωρήσει λόγω της υπερψήφισης Παυλόπουλου, που τον είχαμε απέναντι σε όλες τις περιπτώσεις οικοπεδοποίησης δασών, άλλοι από το δημοψήφισμα. Γενικότερα, η ταύτιση των Οικολόγων Πράσινων με τις επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ αποδιάρθρωσε εντελώς αυτό το κόμμα, χωρίς να μπορέσει να δημιουργηθεί ένα άλλο», επισημαίνει ο Μ. Τρεμόπουλος.

Ιδιοτελή συμφέροντα

«Επειδή η Αριστερά έγινε κυβερνώσα δύναμη, αφομοίωσε ένα κομμάτι του οικολογικού χώρου και άλλο το οδήγησε στην απογοήτευση, κυρίως μέσα από ένα πελατειακό σύστημα. Όχι ότι ενσωμάτωσε πράσινες πολιτικές, αλλά προσφέροντας θέσεις, διορισμούς, οικονομικά ανταλλάγματα κ.τ.λ. Άρα, ουσιαστικά εκμαύλισε ένα κίνημα το οποίο ήταν εν μέρει αντισυστημικό, εν μέρει συστημικό, αλλά διατηρούσε μια ηθική υπόσταση και μπορούσε να μιλάει για το όνομα του δημόσιου συμφέροντος, όχι στο όνομα της προσωπικής τακτοποίησης και μιας υπέρβασης του στενού ιδιοτελούς συμφέροντος», σημειώνει ο Ν. Χρυσόγελος.

«Βλέπουμε, με συμμετοχή “πράσινων οικολόγων” στην κυβέρνηση, να προωθούνται ρυθμίσεις που δεν θα τολμούσαν να προωθήσουν άλλες κυβερνήσεις. Για παράδειγμα, το θέμα των εξορύξεων υδρογονανθράκων προωθήθηκε από κυβέρνηση αριστεράς με τη συμμετοχή “πράσινων” σε αυτήν, κάτι που θα ήταν αιτία να παραιτηθούν από την κυβέρνηση. Το ίδιο έγινε με το νομοσχέδιο για τα ζώα, που άνοιξε μέτωπο με όλες τις φιλοζωικές οργανώσεις, ενώ αυτός που το προωθούσε ήταν “οικολόγος” στην κυβέρνηση. Με αυτή την κυβέρνηση προωθήθηκαν ρυθμίσεις για τη νομιμοποίηση αυθαιρέτων μέσα σε δασικές περιοχές. Και αν δεν υπάρχει πραγματικά πίεση, κοινοβουλευτική και εξωκοινοβουλευτική, αυτοί που μπαίνουν σε κυβερνήσεις, απλώς με την υποστήριξη των κυβερνώντων κομμάτων, ουσιαστικά μετατρέπονται σε νομιμοποιητές των πιο ακραίων αντιπεριβαλλοντικών πολιτικών», αναφέρει ο ίδιος.

«Θεωρώ ότι η επιλογή της ένταξης των Οικολόγων Πράσινων στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ ήταν μια καταστροφική λογική, αλλά το ρεύμα ήταν συνεργασία με συγκυβέρνηση. Αυτό, αν μπορούσε κανείς να το δικαιολογήσει τη δεύτερη φορά, τον Σεπτέμβριο του 2015 που παιζόταν η εξουσία, η τρίτη συμμετοχή των Οικολόγων Πράσινων στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ δείχνει ότι έχει τελειώσει το ζήτημα της αυτονομίας της πολιτικής οικολογίας μέσα από τους Οικολόγους Πράσινους», λέει ο Μ. Τρεμόπουλος.

Αυτοαναιρέσεις

«Δεν είμαι της άποψης ότι είναι απολύτως λανθασμένη η συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ. Θα μπορούσε να είναι πιο καρποφόρα, αν ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ είχε καταλάβει την αξία της οικολογικής δυναμικής. Δεν το έχει καταλάβει, γι’ αυτό έχει συναινέσει στις γεωτρήσεις πετρελαίου και σε διάφορα θέματα που σχετίζονται με το μοντέλο της ανάπτυξης στη χώρα. Δεν βγήκε ποτέ υπουργός Γεωργίας να επιδοτήσει τους παραγωγούς που αλλάζουν τις παραδοσιακές καλλιέργειες σε βιολογικές. Ακόμη και με την εκτροπή του Αχελώου, αναίρεσαν τον εαυτό τους με το να επιτρέψουν στη ΔΕΗ να κάνει την εκτροπή μόνο ως υδροηλεκτρικό έργο, τη στιγμή που δεν υπάρχουν νερά για να πέσουν προς της θεσσαλική πεδιάδα», αναφέρει ο Σπ. Ψύχας.

«Για άλλη μια φορά έγινε και από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ κάτι που δείχνει ποια είναι η αντίληψη για τους συνεργαζόμενους οικολόγους. Τι είναι οι οικολόγοι; Ενα μικρό κόμμα που του δίνεις το υφυπουργείο Περιβάλλοντος, κάτι που είναι στην πραγματικότητα εξευτελιστικό. Η οικολογική πολιτική δεν έχει να κάνει μόνο με ένα υφυπουργείο Περιβάλλοντος, αλλά έχει να κάνει με την κοινωνική πολιτική, με την πολιτική για τη γεωργία, για την ενέργεια, με τεράστιο εύρος των τρεχόντων πολιτικών».

«Ο ΣΥΡΙΖΑ θα συνειδητοποιήσει ότι μέσα από μια διαχειριστική λογική των τρεχόντων, που δεν του επέτρεψε να κάνει παρά λίγα βήματα προς τα μπρος, άφησε πίσω και τα κοινωνικά κινήματα, τα οποία ήταν η σημαία του για 20 χρόνια, και ότι δεν έπαιξε το “οικολογικό χαρτί”, δεν ενσωμάτωσε οικολογικές δυνάμεις στις τάξεις του και οικολογικές αντιλήψεις στο πρόγραμμά του», καταλήγει ο Σπ. Ψύχας.

Για το Πράσινο Κίνημα που δημιουργήθηκε μετά από διάσπαση και αποχώρηση μελών από τους Οικολόγους Πράσινους και  συμμετείχε συνεργαζόμενο με την Ένωση Κεντρώων  στις τελευταίες Εθνικές Εκλογές είναι μια «άλλη’ εκδοχή του χώρου.

Το Πράσινο Κίνημα εξέλεξε  Περιφερειακούς Συμβούλους στην Περιφέρεια Αττικής και στην Περιφέρεια Θεσσαλίας στις πρόσφατες εκλογές.

Θα έχουμε αναλυτικό ρεπορτάζ αφού εκεί συμβαίνουν πολλές παραδοξότητες που δεν συναντάς εύκολα πουθενά.

ΠΗΓΗ