1821 – Η ‘μάχη του Φαλήρου’ – Μάχη του Αναλάτου και ο θάνατος του Καραισκάκη

Μετά τον θάνατο του Καραϊσκάκη στο Φάληρο, αυτού του γνήσιου τέκνου του επαναστατημένου ελληνικού λαού που πολέμησε και υπέκυψε στα τραύματά του στις 23 Απριλίου 1827, ο Σέρ Ρίτσαρντ Τσώρτς που αναλαμβάνει πλέον την Διοίκηση, αποφασίζει να μεταφέρει τη βάση των ελληνικών δυνάμεων από τον Πειραιά, στο ανατολικό άκρο του Φαληρικού όρμου, θέση που καλείτο “Τρεις Πύργοι” (θέση στο σημερινό Παλαιό Φάληρο, εκεί που σήμερα βρίσκεται το Μουσείο της Πολεμικής Αεροπορίας).

Τη νύχτα της 23ης Απριλίου 1827 μεταφέρει στην θέση αυτή, 3.000 άνδρες και 9 πυροβόλα με σκοπό να φθάσουν στην Ακρόπολη και να ελευθερώσουν τους πολιορκημένους Έλληνες που βρίσκονταν εκεί. Ο Τόμας Γκόρντον που παρακολουθεί την επιχείρηση αυτή από το σκάφος του “ΚΑΡΤΕΡΙΑ” την βαπτίζει με την ονομασία “Τρελό σχέδιο” καθώς διαπιστώνει ότι πρόκειται για ένα σχέδιο που είναι αδύνατον να πραγματοποιηθεί!!

Οι Έλληνες λοιπόν εφαρμόζοντας την επιχείρηση “Τρελό Σχέδιο”, άρχισαν να κινούνται προς την περιοχή του σημερινού Νέου Φαλήρου, καθώς ο Τσώρτς που είχε αναγνωρίσει το έδαφος, είχε την λανθασμένη εντύπωση ότι από εκεί θα βρίσκονταν πιο κοντά στην Ακρόπολη και συγχρόνως θα απείχαν από το βεληνεκές των τούρκικων πυροβόλων. Στο μεταξύ όμως ένα ισχυρό Οθωμανικό ιππικό υπό τον Ρεσίτ Πασά, παρακολουθούσε τις κινήσεις τους, από σημείο καλά κρυμμένο. Με τον ίδιο σχεδόν τρόπο, ο Ρεσίτ Πασάς είχε ήδη νικήσει στις μάχες του Πέτα, του Χαϊδαρίου και του Καματερού.

Οι πολιορκημένοι Έλληνες της Ακρόπολης όμως, από το αρχαίο ύψωμα μπορούσαν να διακρίνουν αφενός την λάθος κίνηση των Ελλήνων, αλλά και την περίτεχνη ενέδρα των Οθωμανών, που με 800 ιππείς και 400 πεζούς στην κοίτη του Ιλισού ποταμού (όρια σημερινού Μοσχάτου), παραμόνευαν αθέατοι, τους αμέριμνους Έλληνες να πλησιάσουν.

Μάλιστα οι πολιορκούμενοι της Ακροπόλεως προσπαθούσαν με τουφεκιές και φωτεινά σήματα να ειδοποιήσουν για την ενέδρα, αλλά τα σήματά τους δεν γίνονταν αντιληπτά!

Σε απόσταση μόλις εκατό μέτρων οι Τούρκοι έκαναν επέλαση κατά των αμέριμνων και αφύλακτων πεζοπόρων Ελλήνων! Επρόκειτο για κανονική σφαγή, καθώς οι Τούρκοι ένιωθαν ότι έτσι έπαιρναν την εκδίκησή τους, από την σφαγή της Τουρκικής φρουράς, που είχε γίνει στην πολιορκία του Μοναστηριού του Αγίου Σπυρίδωνα, στο Λιμάνι του Πειραιά, λίγο καιρό πριν (16 Απριλίου 1827).

Το κύριο σώμα των Ελλήνων εγκατέλειψε τα 8 από τα 9 πυροβόλα που είχε και έφυγε προς την παραλία. Αυτά τα κατέλαβε ο Ρεσίτ και τα έστρεψε κατά εκείνων που τα εγκατέλειψαν! Ο Ρίτσαρντ Τσώρτς και ο Λόρδος Κόχραν δεν είχαν ακόμα αποβιβαστεί για να αντιληφθούν την μάχη!

Ήταν η πιο ολοσχερής ήττα που υπέστησαν οι Έλληνες σε όλη την διάρκεια της πολιορκίας της Ακροπόλεως. Χίλιοι πεντακόσιοι (1.500) άνδρες χάθηκαν, διακόσιοι σαράντα (240) πιάστηκαν αιχμάλωτοι και στην συνέχεια αποκεφαλίσθηκαν, εκτός του Δημητρίου Καλλέργη που απελευθερώθηκε καταβάλλοντας ως λύτρα 5.000 γρόσια ενώ κατ΄ άλλους 5.000 ισπανικά Δίστηλα!! Αυτός ήταν ο αρχηγός των Κρητικών δυνάμεων που συμμετείχαν και που εξαιτίας της λαμπρής εμφάνισης που είχε, οι Τούρκοι πίστεψαν ότι επρόκειτο περί ενός μεγάλου αρχηγού και αντί να τον φονεύσουν επί τόπου τον έπιασαν και τον οδήγησαν μπροστά στον Κιουταχή. Εκείνος τότε όρισε λύτρα για να τον ελευθερώσει, στο μεταξύ όμως τον είχε βάλει να ετοιμάζει τα κεφάλια των νεκρών συντρόφων του, ώστε να σταλούν στον Σουλτάνο!

Αυτή η μάχη ονομάσθηκε “Μάχη του Φαλήρου” και ήταν που διέλυσε τον Ελληνικό Στρατό του Πειραιά. Έλαβε τη γενική ονομασία “Φαλήρου” καθώς μια πολεμική επιχείρηση καταλαβαίνουμε πως εκτείνεται πέρα από τα όρια μιας μόνο περιοχής. Η ορθή ονομασία της θα ήταν μάχη “Τριών Πύργων” δηλαδή η τοποθεσία που αποτελούσε και τον αντικειμενικό στόχο των επιτιθεμένων. Ωστόσο επειδή μεγάλο μέρος της μάχης επεκτάθηκε μέχρι και τη περιοχή της σημερινής Νέας Σμύρνης (Ανάλατος), ονομάστηκε και ως Μάχη του Αναλάτου.

Από τους πρώτους πεσόντες υπήρξε ο γενναίος Ιγγλέσης, ο αρχηγός του τακτικού στρατού, την στιγμή που φώναζε “φουόκο” ώστε να πυροδοτηθεί το μοναδικό κανόνι που διέθεταν και δεν εγκαταλήφθηκε στα χέρια των Τούρκων!

Ο αρχηγός των Σουλιωτών Λάμπρος Βεΐκος, σκοτώθηκε στην ενέδρα και αναγνωρίσθηκε μετά από τα παράξενα τσαρούχια του! Ένας άλλος Σουλιώτης ο Τούσα Μπότσαρης μόλις είδε όλους τους συντρόφους του νεκρούς, σκότωσε έναν Τούρκο ιππέα, καβάλησε το άλογό του και έκανε μοναχική έφοδο προς το Τουρκικό στρατόπεδο, στο οποίο φυσικά ποτέ δεν έφθασε….
Στην σφαγή αυτή χάθηκε και ο Ιωάννης Νοταράς, αν και το σώμα του ουδέποτε βρέθηκε. Κατά μια εκδοχή αναγνωρίσθηκε κι αυτός ως αρχηγός και οδηγήθηκε στον Κιουταχή, όπως έγινε με τον Καλλέργη. Εκεί ο Τούρκος που τον συνόδευε λένε πως τον φόνευσε αμέσως καθώς άκουσε πως η αμοιβή από τα λύτρα θα πάει στον Κιουταχή κι όχι σε εκείνον που τον έπιασε.
Ένας άλλος οπλαρχηγός ο Γιωργάκης Δράκος βλέποντας πως σωτηρία από την ενέδρα δεν υπάρχει, τράβηξε την πιστόλα του την στήριξε στ΄ αυτί του και την πυροδότησε. Ήξερε τα μαρτύρια που τον περίμεναν αν έπεφτε ζωντανός στα χέρια των Τούρκων. Ήξερε επίσης ότι τα βασανιστήρια θα ήταν πρωτοφανή  σε αγριότητα και έμπνευση, καθώς μετά το περιστατικό της Μονής του Αγίου Σπυρίδωνα, οι Οθωμανοί τους είχαν “υποσχεθεί” μαρτυρικό θάνατο.
Οι ελάχιστοι που σώθηκαν από τον χαλασμό, γύρισαν πίσω στους “Τρεις Πύργους”. Εκεί ξαναοργανώθηκαν από τους Νικολή Ζέρβα και Σωτήριο Στράτο, καθώς οι τελευταίοι ήξεραν ότι οι Τούρκοι δεν θα σταματούσαν τον χαλασμό στον Ιλισό αλλά θα συνέχιζαν και στους “Τρεις Πύργους”, όπως και πραγματικά έγινε.

Από την ήττα αυτή οι Έλληνες αποθαρρύνθηκαν τόσο πολύ που διέταξαν την φρουρά της Ακροπόλεως να συνθηκολογήσει! Ζήτησαν δε από τον πλοίαρχο Λεμπλάν της γαλλικής φρεγάτας “ΖΗΝΩΝ” να μεσολαβήσει για ευνοϊκούς όρους. Πρώτα όμως έγινε η εγκατάλειψη του οχυρωμένου λόφου της Μουνυχίας (Καστέλλας) που είχε παρθεί με σκληρές μάχες. Η ήττα αυτή οδήγησε επίσης και τον Ελληνικό στόλο να εγκαταλείψει την θαλάσσια κυριαρχία του και να συγκεντρωθεί στον Πόρο.

Οι Έλληνες πολιορκούμενοι της Ακρόπολης, συνθηκολόγησαν στις 25 Μαΐου. Χίλια πεντακόσια άτομα περίπου περιλαμβανομένων και 400 γυναικόπαιδων εγκατέλειψαν το κάστρο αν και εξακολουθούσε εντός αυτού να υπάρχει ποσότητα σταριού για αρκετούς μήνες και 2.000 λίτρα μπαρούτι. Μόνο το νερό σπάνιζε και αυτό που υπήρχε ήταν ελεεινό.

Scroll to Top