500 χρόνια από την (μη) απολογία του Λούθηρου ( 17/4/1521)

Ο Μαρτίνος Λούθηρος ήταν ένας πρωτοποριακός χαρακτήρας”, λέει η 58χρονη Γιούτα Χέρμπερτ, ιερέας της Ευαγγελικής Εκκλησίας. Θαυμάζει, όπως λέει, τη θεολογική του συγκρότηση, την προσήλωσή του στη διδασκαλία της Βίβλου, τη σταθερότητα του χαρακτήρα του.

Η ίδια έχει ασφαλώς συχνά την ευκαιρία να αναστοχάζεται το κήρυγμα του Λούθηρου, όταν μάλιστα υπηρετεί ως πρωτοπρεσβυτέρα στην πόλη Βορμς, που έχει άρρηκτα συνδεθεί με τον πρωτεργάτη της Μεταρρύθμισης.

Σε αυτή την πόλη της Ρηνανίας βρίσκεται ένα από τα μεγαλύτερα μνημεία που έχουν ποτέ φιλοτεχνηθεί προς τιμήν του Λούθηρου. Πολλοί δρόμοι θυμίζουν το όνομά του. Και αυτό γιατί πριν από ακριβώς 500 χρόνια, στις 17 Απριλίου του 1521, ο Αυτοκράτορας Κάρολος Ε’ είχε καλέσει τον Λούθηρο να απολογηθεί για τη διδαχή του – και κυρίως για την αποδόμηση της διδαχής της Καθολικής Εκκλησίας – στον ναό του Αγίου Παύλου στην πόλη Βορμς και μάλιστα ενώπιον της “Δίαιτας”, του Ανωτάτου Συμβουλίου των ευγενών, των αστών και του κλήρου στην αυτοκρατορική Γερμανία.

Εγκώμια για τον Λούθηρο

Λίγα χρόνια πριν, τον Οκτώβριο του 1517, ο Λούθηρος είχε αναρτήσει τις περίφημες “Θέσεις” του στον καθεδρικό ναό της Βιτεμβέργης, καυτηριάζοντας τα συγχωροχάρτια και άλλες πρακτικές της Καθολικής Εκκλησίας και σηματοδοτώντας την αρχή της Μεταρρύθμισης. Το 1521, στα 37 του χρόνια, είχε ήδη γίνει γνωστός στην ευρύτερη περιοχή. Μαρτυρίες της εποχής λένε ότι τα πλήθη τον χειροκροτούσαν στη διάρκεια της διαδρομής από τη Βιτεμβέργη προς τη Βορμς, ενώ και στην πόλη της Φρανκφούρτης τον υποδέχθηκαν με ζητωκραυγές.

500 χρόνια μετά, η δημοτική αρχή της Βορμς ετοίμασε μία μεγάλη γιορτή με εκατοντάδες χιλιάδες επισκέπτες, για να τιμήσει την κληρονομιά του Λούθηρου. Δυστυχώς η πανδημία ακύρωσε τα φιλόδοξα σχέδια. Μόνο την Παρασκευή έγινε μία σεμνή τελετή μέσω τηλεδιάσκεψης, στην οποία έδωσε το παρών και ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Γερμανίας Φρανκ Βάλτερ Στάινμαιερ, ευαγγελικός και ο ίδιος. Ένα ψηφιακό πολυθέαμα με τίτλο “Η στιγμή του Λούθηρου” επιχείρησε μία ιστορική αναπαράσταση. Η μεγάλη έκθεση με τίτλο “Εδώ στέκομαι. Συνείδηση και Αντίσταση από το 1521 μέχρι το 2021”, αφιερωμένη στη ζωή και το έργο του Λούθηρου, αναβάλλεται για τρεις μήνες λόγω της πανδημίας και, αν όλα πάνε καλά, θα εγκαινιαστεί τον Ιούλιο του 2021.

Οι θέσεις

Στις 31 Οκτωβρίου 1517, και ενώ είχε ήδη εκφράσει την αντίθεσή του σε κάθε σχέση με τις πρακτικές της Καθολικής Εκκλησίας στους φοιτητές του, θυροκόλλησε στην εξώπορτα του Μητροπολιτικού Ναού της Βιτεμβέργης τις 95 Θέσεις του στα λατινικά, που αποτέλεσαν μια ανοιχτή πλέον επίθεση εναντίον του Παπισμού. Οι 95 Θέσεις μεταφράστηκαν στα γερμανικά και διαδόθηκαν από τους φίλους του, όπως ο νεαρός συνάδελφός του καθηγητής ελληνικών Φίλιππος Μελάγχθων. Σύντομα ο Λούθηρος κλήθηκε σε απολογία στην Αυγούστα, ενώπιον του επιτετραμμένου του Πάπα στη Γερμανία. Εκεί αρνήθηκε να ανακαλέσει και φυγαδεύτηκε νύχτα από φίλους του. Οι αντι-Θέσεις που κυκλοφόρησε ο Γιόχαν Τέτσελ δεν είχαν καμιά απήχηση, και μάλιστα οι φοιτητές τις έκαιγαν δημόσια. Με τα επόμενα έργα του ο Λούθηρος μεγάλωσε το χάσμα που τον χώριζε από την Καθολική Εκκλησία, ενώ βρήκε ιδιαίτερη απήχηση στη Γερμανία, αλλά και σε άλλες χώρες της βόρειας, κυρίως, Ευρώπης.

Το 1520, ο πάπας Λέων Ι΄ εξέδωσε τη βούλα Exsurge Domine, καταδικάζοντας ως αιρετικές 41 από τις 95 Θέσεις του Λούθηρου, τον οποίο κάλεσε να αποκηρύξει δημόσια τις Θέσεις του μέσα σε 60 μέρες, ενώ οι απανταχού πιστοί διατάχθηκαν να κάψουν όλα τα βιβλία του, ώστε να μην αφοριστούν, συλληφθούν, και τιμωρηθούν ως αμετανόητοι αιρετικοί.  Αντιδρώντας στην είδηση, πως στα πανεπιστήμια του Παρισίου και της Κολωνίας κάηκαν τα βιβλία του, στις 10 Δεκεμβρίου ο Λούθηρος έκαψε δημόσια την παπική βούλα και απάντησε γράφοντας το βιβλίο Ενάντια στη Βλάσφημη Βούλα του Αντίχριστου. Στις 3 Ιανουαρίου 1521, ο Λέων Ι’ εκδίδει δεύτερη Βούλα, με την οποία ο Λούθηρος αφορίζεται.

Τελικά, ο Λούθηρος κλήθηκε σε απολογία ενώπιον του δικαστηρίου Δίαιτα της Βορμς, στις 17Απριλίου του 1521.

Εκεί, αρνήθηκε να ανακαλέσει τις θέσεις του. Η απολογία του τελείωσε με τα εξής λόγια:

Εάν δε με πείσουν, με επιχειρήματα από την Αγία Γραφή ή με αδιάσειστη λογική, δεν μπορώ να αναιρέσω τις θέσεις μου, γιατί δεν πιστεύω στο αλάθητο του πάπα, ούτε στο αλάθητο των συνόδων, γιατί όλοι γνωρίζουν ότι πολλές φορές και οι πάπες και οι σύνοδοι έχουν σφάλει και έχουν πέσει σε αντιφάσεις. Εγώ έχω πειστεί από τα βιβλικά επιχειρήματα που έχω ήδη αναφέρει, και είμαι απόλυτα ενωμένος με το λόγο του Θεού. Δεν μπορώ και δε θέλω να ανακαλέσω τίποτα, γιατί δεν είναι ορθό, και αντίθετα είναι επικίνδυνο να πράττει κανείς αντίθετα με τη φωνή της συνείδησής του. Ο Θεός ας με βοηθήσει. Αμήν.

Τελικά, ο Λούθηρος φυγαδεύτηκε με την βοήθεια του Φρειδερίκου Γ΄, Εκλέκτορα της Σαξονίας, και μεταφέρθηκε στον Πύργο του Βάρτμπουργκ κοντά στο Άιζεναχ, όπου παρέμεινε ως Πρίγκιπας Γεώργιος. Εκεί έγραψε αρκετά κείμενα και μετέφρασε στα γερμανικά την Αγία Γραφή.

Πλέον, η διδασκαλία του Λούθηρου κηρύττεται από αρκετές Γερμανικές εκκλησίες. Πολλοί μοναχοί εγκαταλείπουν τις μονές τους προκειμένου να κηρύξουν τις αρχές της Μεταρρύθμισης, ενώ οι φοιτητές, αλλά και μεγάλος αριθμός Πανεπιστημιακών της Γερμανίας τάσσεται, σχεδόν στο σύνολό του, υπέρ της Μεταρρύθμισης. Όμως, κάποιοι από τους μεταρρυθμιστές με ηγέτη τον Αντρέα Κάρλσταντ, ριζοσπαστικοποίησαν τις ιδέες του Λούθηρου, με αποτέλεσμα να σημειωθούν επεισόδια σε εκκλησίες. Ο Λούθηρος πληροφορήθηκε για τις εξελίξεις, και στις 6 Μαρτίου 1522 επέστρεψε στην Βιττεμβέργη όπου συντέλεσε στην εξομάλυνση της κατάστασης.

Η άρνηση απολογίας

Ο τίτλος της έκθεσης αντλεί έμπνευση από τη φράση “Εδώ στέκομαι. Δεν μπορώ να κάνω τίποτε άλλο”, η οποία αποδίδεται στον Λούθηρο την ημέρα της υποτιθέμενης απολογίας του. Ωστόσο οι ιστορικοί εκτιμούν ότι αυτή η φράση δεν είναι αυθεντική. Τι ήταν αυτό που είπε ο Λούθηρος ενώπιον της Δίαιτας στις 17 Απριλίου 1521; Το σίγουρο είναι ότι ανταποκρίθηκε στην κλήση να απολογηθεί, χωρίς να απολογηθεί. Ο Κάρολος Ε’ του ζητούσε να ανακαλέσει τη διδαχή του. Εκείνος απάντησε: “Να πράξω κάτι ενάντια στη συνείδησή μου δεν είναι ασφαλές, μα ούτε και ορθόν. Ο Θεός ας με βοηθήσει. Αμήν”. Λίγες μέρες αργότερα, με τη βοήθεια του Εκλέκτορα της Σαξονίας, ο Λούθηρος φυγαδεύτηκε και αναζήτησε καταφύγιο στο Κάστρο Βάρτμπουργκ. Η Μεταρρύθμιση είχε πάρει τον δρόμο της, όπως και η απόσχιση των οπαδών του Λούθηρου από την Καθολική Εκκλησία.

500 χρόνια αργότερα, τα μίση του παρελθόντος έχουν κοπάσει. “Υπάρχει αγαστή συνεργασία καθολικών και ευαγγελικών”, διαβεβαιώνει η Γιούτα Χέρμπερτ. Από τους 85.000 κατοίκους της πόλης το 28,3% είναι ευαγγελικοί και το 23,4% καθολικοί. Καθολικός είναι και ο καθεδρικός ναός της πόλης, αλλά τους θερινούς μήνες φιλοξενεί κάθε Σάββατο μία οικουμενική λειτουργία. Το ίδιο θα γίνει και την Κυριακή, μετά το πέρας των εορταστικών εκδηλώσεων. “Έχουμε ήδη κάνει βήματα για μία οικουμενική προσέγγιση, ας μην εστιάζουμε μόνο σε αυτά που μας χωρίζουν”, λέει η κυρία Χέρμπερτ.

Σε αυτό μάλλον συμφωνεί και ο πρωτοπρεσβύτερος της καθολικής εκκλησίας στην πόλη, Τομπίας Σέφερ, ο οποίος λέει στην DW ότι “η ιστορία της Βορμς συνεπάγεται μία υποχρέωση για οικουμενική συνεργασία”. Για πρώτη φορά καθολικοί και ευαγγελικοί γιόρτασαν μαζί το 1971. Συνυπέγραψαν μάλιστα κοινή επιστολή-εκκληση προς τον Πάπα Παύλο VI, στην οποία τον παρακαλούσαν να ανακαλέσει τον αφορισμό του Λούθηρου. Κάποια στιγμή έλαβαν μία απαντητική επιστολή, εξόχως ευγενική, αλλά και εμφανώς απορριπτική. Ωστόσο, ακόμη και μετά το 1971 έγιναν βήματα για την αμοιβαία προσέγγιση. Για παράδειγμα, στο εσωτερικό του καθεδρικού ναού δεπόζει σήμερα ένα πορτρέτο του Λούθηρου. “Κάτι τέτοιο θα ήταν αδιανόητο πριν από 50, 60 χρόνια”, λέει η Γιούτα Χέρμπερτ.

ΠΗΓΗ dw.com

Scroll to Top