Παρά την αρχική μείωση των αντισωμάτων οι περισσότεροι από όσους νόσησαν με Covid-19 διατηρούν ανιχνεύσιμα επίπεδα αντισωμάτων στο αίμα τους ακόμα και 10 μήνες μετά.
Τι αποκαλύπτει σχετική έρευνα
Τα αντισώματα από 38 ασθενείς και επαγγελματίες υγείας του Νοσοκομείου St Thomas που νόσησαν κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος της COVID-19, πριν εμβολιαστούν, διερεύνησε μία νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Nature Microbiology. Όπως έδειξε η έρευνα, παρά την αρχική μείωση των επιπέδων των αντισωμάτων αμέσως μετά τη μόλυνση, οι περισσότεροι άνθρωποι, 18 στους 19 ασθενείς, διατήρησαν ανιχνεύσιμα επίπεδα των αντισωμάτων ακόμα και 10 μήνες από τη στιγμή της νόσησης.
Τα αντισώματα βοηθούν στην αντιμετώπιση της COVID-19 με το να προσκολλώνται στον ιό SARS-CoV-2, αποτρέποντας έτσι τον ιό από το μολύνει τα κύτταρα. Τα αποτελέσματα της εν λόγω έρευνας μας δείχνουν πόσο καιρό μένουν τα αντισώματα στον οργανισμό για να αντιμετωπίσουν μελλοντικές λοιμώξεις.
Τα αντισώματα προσκολλώνται στην πρωτεϊνη ακίδα του SARS-CoV-2 και τα εμβόλια μιμούνται αυτή την πρωτεϊνη για να δημιουργήσουν την ανοσολογική απόκριση έναντι του SARS-CoV-2.
Οι νέες μεταλλάξεις του SARS-CoV-2 (Άλφα, Βήτα, Δέλτα) έχουν δημιουργήσει πολλές ανησυχίες σχετικά το αν τα εμβόλια που αναπτύχθηκαν με στόχο να αντιμετωπίσουν την αρχική μορφή του SARS-CoV-2, μπορούν να είναι αποτελεσματικά και κατά των νέων μεταλλάξεων αλλά και αν νέα εμβόλια θα πρέπει να σχεδιαστούν κατά αυτών.
Τα αντισώματα από 38 ασθενείς και επαγγελματίες υγείας του Νοσοκομείου St Thomas που νόσησαν κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος της COVID-19, πριν εμβολιαστούν, διερεύνησε μία νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Nature Microbiology. Όπως έδειξε η έρευνα, παρά την αρχική μείωση των επιπέδων των αντισωμάτων αμέσως μετά τη μόλυνση, οι περισσότεροι άνθρωποι, 18 στους 19 ασθενείς, διατήρησαν ανιχνεύσιμα επίπεδα των αντισωμάτων ακόμα και 10 μήνες από τη στιγμή της νόσησης.
Ωστόσο, τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι υπάρχουν διαφορές στην πρωτείνη ακίδα μεταξύ των μεταλλάξεων Αλφα, Βήτα και Δέλτα. Αυτό σημαίνει πως τα εμβόλια που σχεδιάστηκαν γύρω από μία από αυτές τις μεταλλάξεις, μπορεί να είναι μην είναι το ίδιο αποτελεσματικά στις υπόλοιπες.
Από τα αποτελέσματα της έρευνας, επιπλέον, φαίνεται πως τα μέχρις στιγμής εμβόλια που σχεδιάστηκαν για την αρχική μορφή του SARS-CoV-2 παρέχουν την υψηλότερη προστασία έναντι όλων των μεταλλάξεων και θα πρέπει να χρησιμοποιούνται στα προγράμματα εμβολιασμού.