Η Κατάσταση των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων
Μια περιορισμένη ομάδα επιχειρήσεων κατέχει την πλειοψηφία των προγραμμάτων, με το 10% των μικρομεσαίων να επιβιώνει και το 90% να παλεύει για τη συνέχιση της λειτουργίας του. Από αυτούς, το 40% δεν καταβάλλει ούτε τα ελάχιστα ασφάλιστρα προς τον ΕΦΚΑ.
Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το 2024 εκταμιεύτηκαν δάνεια ύψους 3.916 εκατομμυρίων ευρώ από το Ταμείο Ανάπτυξης, με συνολικά 420 δανειακές συμβάσεις. Οι πιο ισχυρές 15 επιχειρήσεις έχουν λάβει σχεδόν το 40% αυτών των δανείων, που ξεπερνούν τα 100 εκατ. ευρώ ανά σύμβαση και αθροίζουν συνολικά περίπου 2,748 δισ. ευρώ.
Τα μεγάλα αυτά δάνεια αντιπροσωπεύουν το 56% όλων των χρηματοδοτήσεων που έχουν δοθεί μέχρι τώρα. Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (παρόλο που συχνά παραλείπεται η δεύτερη λέξη) δεν έχει εκπληρώσει τις αρχικές υποσχέσεις του για ενίσχυση της ευρωπαϊκής οικονομίας μετά την πανδημία και φαίνεται ότι έχει διευρύνει τις ανισότητες αντί να τις μειώσει.
Στην άλλη άκρη της επιχειρηματικής κλίμακας βρίσκονται οι περίπου 1.030.000 ελεύθεροι επαγγελματίες που πρέπει να ασφαλιστούν στον ΕΦΚΑ,όπου η κατάσταση είναι απογοητευτική: μόλις το 10%,δηλαδή γύρω στις 105.000 άτομα, έχουν επιλέξει μια υψηλότερη ασφαλιστική κλάση για αξιοπρεπή σύνταξη και πληρώνουν κανονικά τις εισφορές τους ή καθυστερούν ελάχιστα.
Το υπόλοιπο ποσοστό του πληθυσμού αυτών των επαγγελματιών – σχεδόν οι μισοί – έχουν επιλέξει τη χαμηλότερη ασφαλιστική κλάση του ΕΦΚΑ με κόστος έως και €254 μηνιαίως (εκ των οποίων €180 αφορούν κύρια σύνταξη). Ωστόσο, ακόμη κι αυτά τα ποσά είναι δύσκολο να καταβληθούν: φέτος περίπου το 40% αυτών δεν πληρώνει εισφορές λόγω χαμηλών τζίρων και υψηλών εξόδων όπως η ενέργεια.
Ως αποτέλεσμα αυτού του φαινομένου είναι ότι τα έσοδα του ΕΦΚΑ υπολείπονται κατά €400 εκατομμύρια μηνιαίως, δημιουργώντας νέο χρέος ύψους €3,6 δισεκατομμυρίων ετησίως (οι οφειλές στον ΕΦΚΑ ήδη ξεπερνούν τα €45 δισεκατομμύρια). Υπάρχουν βεβαίως κάποιοι στρατηγικοί κακοπληρωτές στην αγορά αλλά η πραγματικότητα δείχνει ότι οι αναιμικοί τζίροι σε συνδυασμό με τη στροφή προς μεγάλες αλυσίδες καταστημάτων δυσκολεύουν την κατάσταση για όλους τους μικρούς επαγγελματίες.
Aυτό μπορεί να θεωρείται ως «επιχειρηματικότητα ανάγκης»: παλιοί επαγγελματίες κοντά στη σύνταξη διατηρούν τις επιχειρήσεις τους χωρίς σχέδιο διαδοχής ενώ νέοι άνθρωποι αναζητούν ευκαιρίες σε ένα περιβάλλον γεμάτο προκλήσεις όπως οι υψηλές τιμές ενοικίασης ή οι απαράδεκτες μισθολογικές συνθήκες προτιμώντας έτσι την αυτοαπασχόληση χωρίς σαφή στρατηγική ή σχέδιο ανάπτυξης.
Pολλοί από αυτούς βασίζονται στην οικογενειακή στήριξη ή στις επιδοτήσεις από τη ΔΥΠΑ (που προσφέρουν σημαντικά ποσά στους ανέργους), ωστόσο πιθανότατα δεν θα εξελιχθούν σε μεσαίες επιχειρήσεις αλλά θα βγάζουν περισσότερα απ’ όσα θα έβγαζαν ως μισθωτοί εργαζόμενοι.
Bέβαια η μη καταβολή εισφορών σημαίνει ότι όταν οι οφειλές μεταφερθούν στο ΚΕΑΟ μπορεί ο μικρός ελεύθερος επαγγελματίας να χάσει την ασφαλιστική ενημερότητα του γεγονός που τον αποκλείει από τραπεζικές συναλλαγές καθώς επίσης και από φορολογικές διαδικασίες κτλ.
Οι τράπεζες φαίνεται πως αγνοούν αυτές τις μικρές επιχειρήσεις όπως αποδεικνύεται από τα στοιχεία χρηματοδότησης μέσω τραπεζών που αναφέραμε νωρίτερα…