Η Πολυδιάστατη Διαδικασία Εκσυγχρονισμού των ΕΛΤΑ
Η διαδικασία εκσυγχρονισμού των Ελληνικών Ταχυδρομείων (ΕΛΤΑ) αποδεικνύεται πιο περίπλοκη και χρονοβόρα από ό,τι είχε αρχικά προγραμματιστεί, παρά τις συνεχείς προσπάθειες που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια για την αναδιάρθρωσή τους. Αν και η ανάγκη για μεταρρύθμιση του ιστορικού αυτού οργανισμού είναι ευρέως αποδεκτή, η πραγματικότητα δείχνει ότι τα ΕΛΤΑ δεν έχουν καταφέρει μέχρι σήμερα να εξελιχθούν σε μια σύγχρονη και ανταγωνιστική επιχείρηση παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών.
Η πρώτη οργανωμένη προσπάθεια εξυγίανσης ξεκίνησε το 2020, μετά από μια δεκαετία συρρίκνωσης και οικονομικής αστάθειας, με σωρευμένες ζημίες και αρνητικά ίδια κεφάλαια. Στο επίκεντρο της στρατηγικής εκείνης περιλαμβανόταν η εθελούσια έξοδος περίπου 2.000 υπαλλήλων με σκοπό τη μείωση του μισθολογικού κόστους κατά 75 εκατ. ευρώ ετησίως, αν και αυτή η διαδικασία επιβάρυνε τον οργανισμό με πάνω από 112 εκατ. ευρώ.
Ωστόσο, οι προσδοκίες για βελτίωση της εικόνας των ΕΛΤΑ δεν εκπληρώθηκαν όπως αναμενόταν. Η πανδημία COVID-19, οι διοικητικές αστοχίες καθώς επίσης οι κυβερνοεπιθέσεις του 2022 που επηρεάσαν σοβαρά τα πληροφοριακά συστήματα του οργανισμού συνέβαλαν στην περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης. Το έτος αυτό κατέγραψε ζημίες ύψους 27,9 εκατ. ευρώ ενώ τα αρνητικά ίδια κεφάλαια ανήλθαν στα 102,3 εκατ. ευρώ.
Το νέο σχέδιο εξυγίανσης ξεκίνησε το 2023 υπό τη διεύθυνση του Γρηγόρη Σκλήκα με στόχο την αναδιοργάνωση της εταιρείας. Μεταξύ των πρώτων ενεργειών ήταν ο περιορισμός του δικτύου καταστημάτων μέσω κλεισίματος 143 σημείων εξυπηρέτησης σε όλη τη χώρα συμπεριλαμβανομένου ενός υποκαταστήματος στη Βουλή.
Το θέμα όμως του ανθρώπινου δυναμικού αποδείχθηκε πιο περίπλοκο απ’ ότι αναμενόταν καθώς η αποχώρηση έμπειρων στελεχών δημιούργησε κενά σε κρίσιμες θέσεις ευθύνης ενώ οι περίπου 4.800 εργαζόμενοι -εκ των οποίων οι 1.650 είναι μέσω συνεργασιών- δεν έχουν καταφέρει να προσφέρουν την απαιτούμενη λειτουργική αποτελεσματικότητα.
Aκόμα σήμερα επικρατεί το αίσθημα «ένα άτομο είμαι κι όσα μπορώ κάνω», κάτι που αντικατοπτρίζει τις ελλείψεις στις υπηρεσίες εξυπηρέτησης πελατών αλλά και στην τηλεφωνική υποστήριξη.
Παρά τις παρεμβάσεις αυτές τα αρνητικά ίδια κεφάλαια όχι μόνο παρέμειναν αλλά αυξήθηκαν στα -132,09 εκατ. ευρώ το 2023 ενώ τα έσοδα διαμορφώθηκαν στα 243,28 εκατ.,μειωμένα κατά ποσοστό τριών μονάδων συγκριτικά με το προηγούμενο έτος.
Δραστικές Αποφάσεις για την Επιβίωση
Tο επόμενο βήμα περιλαμβάνει ακόμη πιο δραστικές αποφάσεις όπως ανακοίνωσε πρόσφατα ο οργανισμός σχετικά με το κλείσιμο άλλων καταστημάτων από τις αρχές Νοεμβρίου φέτος.
Σήμερα υπάρχουν συνολικά διαθέσιμα σημεία εξυπηρέτησης που αριθμούν γύρω στα τέσσερα πεντακόσια πενήντα έξι εκ των οποίων σαράντα βρίσκονται στην Αττική.
Η εν λόγω περικοπή αντιστοιχεί στο σχεδόν σαραντάκιλο ποσοστό (45%) του συνολικού δικτύου σύμφωνα με δηλώσεις της διοίκησης που τονίζουν πως αφορά κυρίως σημεία χαμηλής συναλλαγματικής δραστηριότητας.
Eπιπτώσεις στους Υπαλλήλους
Mια σημαντική ανησυχία αφορά τους υπαλλήλους καθώς πολλά από αυτά τα υπό αναστολή καταστήματα απασχολούν μικρό αριθμό προσωπικού (4-5 άτομα). Αναμένονται μετακινήσεις μόνιμου προσωπικού ωστόσο παραμένει ασαφές αν θα υπάρξουν απολύσεις ή αλλαγές στις θέσεις εργασίας.
Στην Αττική θα κλείσουν υποκαταστήματα σε περιοχές όπως η Ακρόπολη ή ο Χολαργός ενώ στη περιφέρεια ο αντίκτυπος θα είναι μεγαλύτερος ειδικά σε περιοχές όπου οι υπηρεσίες αυτές είναι ζωτικής σημασίας για τους ηλικιωμένους κατοίκους.
Παρ’ όλα αυτά έχει διαβεβαιωθεί ότι κάθε νήσος θα έχει ένα λειτουργικό γραφείο ταχυδρομείου ώστε να καλύψει τις ανάγκες όλων όσοι ζουν εκεί.
Aναζητώντας Λύσεις στο Οικονομικό Πλάνο
Tην ώρα αυτή συνεχίζεται μια προσπάθεια περιορισμού δαπανών όπου προβλέπεται ότι θα φθάνουν περίπου στα διακόσια τριάντα επτά εκατομμύρια ευρώ μέσα στο τρέχον οικονομικό έτος ενώ εκτιμάται πως μέχρι το τέλος του επόμενου χρόνου μπορεί να αγγίξουν ακόμα περισσότερα χρήματα.
Στον στρατηγικό σχεδιασμό εντάσσονται επίσης πρωτοβουλίες αξιοποίησης ακίνητης περιουσίας αξίας άνω των εκατό εκατομμυρίων ευρώ ώστε να ενδυναμώσει τη θέση τους στον ανταγωνιστικό χώρο της αγοράς μεταφορών όπου ήδη δραστηριοποιούνται πάνω από τετρακόσιες εταιρείες αλλά μόλις έξι κατέχουν μεγάλο μέρος της αγοράς αυτής.
Δυστυχώς όμως παραδοσιακή επιστολική αλληλογραφία συνεχίζει να μειώνεται γεγονός που πλήγει σοβαρά μία βασική πηγή εσόδων για τον οργανισμό.
Δύο χρόνια μετά την έναρξη αυτού τελευταίου σχεδίου μεταρρύθμισης παραμένει αβέβαιη η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των ΕΛΤΑ καθώς όλοι διερωτώνται αν αυτές οι αλλαγές μπορούν τελικά να οδηγήσουν στην ανάκαψη ή πρόκειται απλά για άλλη μία χαμένη ευκαιρία στον δρόμο προς την εξορθολογισμό τους.
