Προβλήματα Στέγασης και Ενέργειας στην Ελληνική Οικονομία
Στην ετήσια Έκθεσή της για τη Νομισματική Πολιτική, η Τράπεζα της Ελλάδος αναδεικνύει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα νοικοκυριά όσον αφορά τη στέγαση και τις επιχειρήσεις σχετικά με την ενέργεια. Παρά την κυβερνητική αφήγηση για επιτυχίες στην οικονομία, οι πραγματικές συνθήκες που βιώνουν οι πολίτες δεν μπορούν να παραβλεφθούν.
Μια πιο λεπτομερής ανάλυση αποκαλύπτει ότι η αύξηση των τιμών δεν είναι αποκλειστικά αποτέλεσμα εξωτερικών παραγόντων, όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση. Για παράδειγμα,τον Μάιο ο πληθωρισμός στην Ευρωπαϊκή Ένωση κυμάνθηκε στο 1,9%,ενώ στην Ελλάδα έφτασε το 3,3%. Σύμφωνα με την Έκθεση,οι μισθοί συμβάλλουν επίσης στον πληθωρισμό και προβλέπεται ότι θα υπάρξει πτώση της ανταγωνιστικότητας τα επόμενα χρόνια λόγω των αμοιβών. Ωστόσο, δεν γίνεται αναφορά στα υπερβολικά κέρδη των επιχειρήσεων.
Αντίθετα, σύμφωνα με στοιχεία του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ παρατηρείται πτώση του πραγματικού εισοδήματος των εργαζομένων κατά 8% μετά τα μνημόνια και συνολικά κατά 32,8% από την αρχή της οικονομικής κρίσης. Επιπλέον «από τα 8,6 δισ. ευρώ επιπλέον πλούτου το 2024», σχεδόν τα μισά αφορούν σε κέρδη επιχειρήσεων.
Η χώρα στοχεύει σε υψηλότερους αναπτυξιακούς δείκτες συγκριτικά με την Ε.Ε., προβλέποντας ανάπτυξη 2,3% έναντι μόλις 0,9%. Ωστόσο το πρώτο τρίμηνο του 2025 καταγράφηκε στασιμότητα ενώ η Ε.Ε παρουσίασε αύξηση +0,6%.Αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι ένα σημαντικό ποσοστό (25%) των επενδύσεων προέρχεται από επιχορηγήσεις (κυρίως μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης). Όσον αφορά τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης έχουμε λάβει μέχρι στιγμής περίπου 21 δισ. ευρώ αλλά απομένουν σχεδόν άλλα 15 δισ.,που πρέπει να εκταμιευτούν εντός των επόμενων μηνών έως τον Αύγουστο του 2026.
Το εξωτερικό ισοζύγιο παρουσιάζει αυξανόμενο έλλειμμα καθώς γινόμαστε λιγότερο ανταγωνιστικοί στις εξαγωγές λόγω υψηλών τιμών προϊόντων και υπηρεσιών καθώς και κόστους ενέργειας που έχει αυξηθεί σημαντικά. Παράλληλα εισάγουμε περισσότερα αγαθά ενώ οι εισπράξεις από τον τουρισμό μειώνονται… Η μονοδιάστατη προσέγγιση στον τομέα αυτό φαίνεται να μην αποδίδει καρπούς: αν και οι αφίξεις αυξήθηκαν κατά 5%, οι συνολικές εισπράξεις μειώθηκαν κατά περίπου 1%.
Η κατάσταση αυτή απαιτεί μια νέα προσέγγιση στο ζήτημα της ανάπτυξης καθώς ο αντίκτυπος στο περιβάλλον είναι επίσης σοβαρός: λειψυδρία στις καλοκαιρινές περιόδους ειδικά σε περιοχές όπως τα ελληνικά Νησιά ή αλλοιώσεις στη φυσική μορφολογία των ακτών λόγω υπερεκμετάλλευσης (Airbnb). Το κόστος ενέργειας για τις επιχειρήσεις μαζί με τις δυσκολίες στέγασης για τους πολίτες αποτελούν κορυφαία ζητήματα προς επίλυση.
Συμπερασματικά:
“Η διεθνής ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας παρουσίασε μικρή υποχώρηση το 2024 μετά από μια μακρόχρονη περίοδο βελτίωσης.” Οι χαμηλοί μισθοί όχι μόνο δεν ευνόησαν τις εξαγωγές αλλά συνέβαλαν στη δημογραφική κρίση μέσω φυγής νέων επιστημόνων στο εξωτερικό.
Η ελληνική οικονομία χρειάζεται επειγούσα μεταρρύθμιση στους τομείς έρευνας και τεχνολογίας ώστε να γίνει πιο δυνατή διεθνώς παρέχοντας καλύτερες αμοιβές στους εργαζόμενούς της ώστε αυτοί να παραμένουν στη χώρα τους μετά την εκπαίδευσή τους.