Σφοδρές Αντιδράσεις για την Αναδιάρθρωση του ΝΑΤΟ από τον Μαρκ Ρούτε
Σύμφωνα με πληροφορίες από το Politico, οι αντιδράσεις εντός του ΝΑΤΟ είναι έντονες λόγω των αλλαγών που προγραμματίζει ο Μαρκ Ρούτε. Ο νέος Γενικός Γραμματέας της Συμμαχίας έχει αποφασίσει να καταργήσει δύο τμήματα και να μειώσει σημαντικά τον αριθμό των θέσεων εργασίας.
Πηγές μέσα από τη Συμμαχία αναφέρουν ότι ο Ρούτε πραγματοποίησε πρόσφατα δύο εσωτερικές συναντήσεις,όπου ανακοίνωσε την έναρξη μιας δομικής μεταρρύθμισης. Στο επίκεντρο αυτής της αναδιοργάνωσης βρίσκονται το Τμήμα Δημόσιας Διπλωματίας –που λειτουργεί ως το επίσημο γραφείο Τύπου– και το Τμήμα Ανθρώπινου Δυναμικού, τα οποία θα διαλυθούν. Οι αρμοδιότητές τους θα μεταφερθούν σε άλλα τμήματα και η ηγεσία τους θα αποχωρήσει.
Η Σύγκριση με Έλον Μασκ και οι Εσωτερικές Διαμάχες
Η κίνηση αυτή του Ρούτε έχει προκαλέσει έντονες αντιπαραθέσεις, με έναν αξιωματούχο του ΝΑΤΟ να δηλώνει ανώνυμα: «Ουσιαστικά ακολουθεί πολιτική εναντίον του ΝΑΤΟ, όπως το Υπουργείο Αποτελεσματικότητας της Κυβέρνησης των ΗΠΑ υπό την εποπτεία του Έλον Μασκ».Αυτή η σύγκριση μπορεί να φαίνεται υπερβολική αλλά αντικατοπτρίζει τη δυσαρέσκεια που επικρατεί σε κάποιους κύκλους.
Ωστόσο, άλλοι αξιωματούχοι προσπαθούν να μειώσουν τη σοβαρότητα της κατάστασης, επισημαίνοντας ότι οι περικοπές περιορίζονται σε περίπου «δέκα θέσεις» και δεν θεωρούνται δραστικές.Σύμφωνα με τις πληροφορίες από το Politico,πρώτοι στο στόχαστρο φαίνεται να είναι νέοι εργαζόμενοι με συμβάσεις διάρκειας έξι μηνών.
Υποστήριξη ή Κρίση; Οι Απόψεις για τις Ενέργειες Ρούτε
Ένας πρώην αξιωματούχος της Συμμαχίας υπερασπίστηκε τις κινήσεις του Ρούτε λέγοντας ότι δεν πρόκειται για αυθαίρετες αποφάσεις: «Οι περικοπές γίνονται από άτομα που γνωρίζουν καλά τις προτεραιότητες καθώς και τις υπάρχουσες δομές».Ωστόσο, παραμένει ανοιχτό αν αυτές οι παρεμβάσεις αποβλέπουν πράγματι στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας ή αν σηματοδοτούν μια ευρύτερη στρατηγική αλλαγή στην πολιτική της Συμμαχίας.
Η έδρα του ΝΑΤΟ βρίσκεται στις Βρυξέλλες και απασχολεί περίπου 4.000 άτομα εκ των οποίων γύρω στα 1.500 είναι αλλοδαποί. Οι αλλαγές αυτές αναμένεται να επηρεάσουν άμεσα τα διοικητικά και επικοινωνιακά τμήματα χωρίς ωστόσο να έχουν διευκρινιστεί πιθανές ευρύτερες συνέπειες στη λειτουργία συνολικά.