Το Χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης διέκοψε δύο φορές σήμερα το πρωί τις συναλλαγές ύστερα από την ισχυρή πτώση του βασικού του δείκτη, στον απόηχο της βουτιάς της τουρκικής λίρας ύστερα από την αποπομπή του διοικητή της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας.
Οι συναλλαγές ανεστάλησαν για πρώτη φορά για 35 λεπτά για να επαναληφθούν στις 09.30 ώρα Ελλάδας, αφού ο γενικός δείκτης είχε σημειώσει πτώση 6,65%, καθώς ενεργοποιήθηκε μηχανισμός που προβλέπει τέτοιου είδους διακοπή σε περιπτώσεις ισχυρών διακυμάνσεων των τιμών των μετοχών. Ωστόσο οι συναλλαγές αποκαταστάθηκαν μόνο για 8 λεπτά, πριν διακοπούν για δεύτερη φορά στις 09.38 ώρα Ελλάδας, ύστερα από νέα πτώση του γενικού δείκτη κατά 7%.
Η πτώση του γενικού δείκτη σημειώθηκε ενώ κατακρημνίστηκε η τουρκική λίρα ύστερα από την αποπομπή του κεντρικού τραπεζίτη της χώρας.
Η τουρκική λίρα σημείωσε βουτιά 14,8% έναντι του δολαρίου νωρίς σήμερα στις αγορές συναλλάγματος όπου επικρατεί ανησυχία μετά την πρόσφατη αποπομπή από τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν του κεντρικού τραπεζίτη Νατζί Αγκμπάλ, που γενικά έχαιρε σεβασμού στις αγορές.
Ο Αγκμπάλ καθαιρέθηκε δυνάμει προεδρικού διατάγματος, το οποίο δημοσιοποιήθηκε αργά το βράδυ της Παρασκευής και στο οποίο δεν δίνεται κάποια επίσημη εξήγηση. Ωστόσο η αποπομπή του έγινε δύο ημέρες μετά τη μεγάλη αύξηση του βασικού επιτοκίου της κεντρικής τράπεζα της Τουρκίας. Ο ίδιος βρισκόταν στη θέση αυτή μόλις 5 μήνες. Ο πρόεδρος Ερντογάν ανέκαθεν εξέφραζε την αντίθεσή του στα υψηλά επιτόκια.
τουρκική λίρα
Πόσο κοντά είναι η Τουρκία στο κραχ και στα capital contols – Ανάλυση
Θεωρητικά, η θητεία του διοικητή της Τράπεζας της Τουρκίας διαρκεί τέσσερα έτη. Όμως από το 2019 μέχρι σήμερα το κεντρικό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα της γείτονος γνώρισε τέσσερις διαφορετικούς διοικητές.
Ο προτελευταίος, ο οποίος αποπέμφθηκε την Παρασκευή (μετά το κλείσιμο των αγορών) με προεδρικό διάταγμα, είχε αναλάβει καθήκοντα μόλις τον περασμένο Νοέμβριο.
Τότε, ο διορισμός του Νατζί Αγμπάλ, σε συνδυασμό με την αποπομπή του προεδρικού γαμπρού Μπεράτ Αλμπαϊράκ από το Yπουργείο Οικονομικών, είχε ερμηνευθεί ως στροφή της Τουρκίας προς την οικονομική ορθοδοξία, την οποία τόσο χρειαζόταν η κυβέρνηση του Ταγίπ Ερντογάν ώστε να αποφύγει μια νέα νομισματική κρίση, αλλά και να διευκολύνει την επαναδιαπραγμάτευση της θέσης της χώρας στο δυτικό στρατόπεδο, εν μέσω της γεωπολιτικής ασάφειας που προκαλούσε η εκλογική νίκη του Τζο Μπάιντεν στις ΗΠΑ.
Όμως ο Ερντογάν δεν μπορεί να απελευθερωθεί από τα βαθύτερα ένστικτά του, που προκρίνουν την έστω και πρόσκαιρη τόνωση του ρυθμού ανάπτυξης με οδηγό την φθηνή πίστωση και την εγχώρια κατανάλωση, από την αναδιάρθρωση του στρεβλωμένου τουρκικού αναπτυξιακού μοντέλου.
Ο Αγμπάλ έπραξε ό,τι αναμενόταν: στους λίγους μήνες της θητείας του αύξησε το βασικό επιτόκιο της κεντρικής τράπεζας κατά 875 μονάδες βάσης αθροιστικά, με αποκορύφωμα την πρόσφατη αύξησή τους κατά 200 μονάδες βάσης στο 19%, προκειμένου να χαλιναγωγηθεί ο πληθωρισμός που “τρέχει” με 15,6%.
Το πλήρωσε με την ανατικατάστασή του με συνοπτικές διαδικασίες από τον Σαχάπ Καβτζίογλου, άλλοτε στέλεχος του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Ταγίπ Ερντογάν.
Η αντίδραση των αγορών υπήρξε θυελλώδης: στην Ασία η συνεδρίαση της Δευτέρας άνοιξε με το τουρκικό νόμισμα να βυθίζεται κατά σχεδόν 16% (στις 8,39 λίρες ανά δολάριο, αγγίζοντας το ιστορικό χαμηλό των 8,58 που σημειώθηκε τον Νοέμβριο), ενώ κατόπιν στην Κωνσταντινούπολη οι αρχικές απώλειες υπήρξαν οι μεγαλύτερες από τον Αύγουστο του 2018 φθάνοντας το 10%, ήτοι 8,051 ανά δολάριο.
Η Τουρκία θα επιμείνει σε μια πολιτική ελεύθερων αγορών και ελεύθερης διαμόρφωσης της ισοτιμίας, δίνοντας προτεραιότητα στην σταθερότητα των τιμών και κινητοποιώντας τις κατάλληλες δημοσιονομικές πολιτικές, υποστήριξε ο υπουργός Οικονομικών Λουτφί Ελβάν, σε ανακοίνωση που υποχρεώθηκε να εκδώσει για να καθησυχάσει τους επενδυτές.
Η “ημέρα της κρίσεως”
Ωστόσο, οι αναλυτές βλέπουν τα πράγματα διαφορετικά. Σύμφωνα με την Eurasia Group, η σύγκρουση Αγμπάλ-Ερντογάν, καίτοι αναμενόταν, ήρθε πολύ νωρίτερα του νομιζόμενου και αφήνει στην Τουρκία σε πολύ πιο αδύναμη θέση από αυτήν στην οποία βρισκόταν τον Νοέμβριο. Όπως υποστηρίζει, “η αντικατάσταση του κεντρικού τραπεζίτη συνιστά επιστροφή στις ανορθόδοξες πολιτικές και θα τροφοδοτήσει την αβεβαιότητα, θα καταστρέψει την εμπιστοσύνη των επενδυτών και εντέλει θα πυροδοτήσει capital controls“.
Το γιατί ο Ερντογάν είναι υποχρεωμένος να παλινωδεί, το είχε με αξιοσημείωτη διορατικότητα εξηγήσει ήδη από τις αρχές του μηνός ο Τσαρλς Ρόμπερτσον, επικεφαλής οικονομολόγος της Renaissance Capital του Λονδίνου. Όπως ανέφερε, συχνά ο Τούρκος πρόεδρος πείθεται ότι πρέπει να παρέμβει, όμως κάθε φορά το κόστος της παρέμβασής του γίνεται όλο και μεγαλύτερο, ενώ το όφελος όλο και πιο βραχύβιο – μέχρι του σημερινού σημείου, όπου η Τουρκία είναι η μόνη αναδυόμενη οικονομία στον κόσμο με επιτόκιο άνω του 5%.
Κατά τον Ρόμπερτσον, όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές του 2023, τόσο περισσότερο ο Ερντογάν θα αισθάνεται την ανάγκη της επιστροφής στο μοντέλο της τόνωσης της ανάπτυξης με βάση την πίστωση, όμως έτσι στερεί από τη χώρα του τη δυνατότητα να εκμεταλλευτεί την χαμηλή ισοτιμία και την ισχυρή παραγωγική της βάση, προκειμένου να μεταβεί σε ένα μοντέλο προσανατολισμένο στις εξαγωγές, που θα εξυγιάνει το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Η επιλογή που προσφέρεται είναι ανάμεσα σε κάπως σταθερούς ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 3-4% ή σε ρυθμούς της τάξης του 6-7% τώρα, ακολουθούμενους από ένα αναπόφευκτο κραχ στη συνέχεια.